Μέσα από τον Καθρέφτη
Η πρόσφατη δουλειά της Κατερίνας Αποστολίδου – στην οποία η καλλιτέχνιδα χρησιμοποιεί αποκλειστικά το μέσο του βίντεο – έχει ως θεματικό άξονα το στοιχείο του νερού: για την ακρίβεια, πρόκειται για ένα έργο κυριολεκτικά βυθισμένο στο υδάτινο στοιχείο. Τα έργα αυτά οικειοποιούνται το νερό και το παρουσιάζουν ως αποσταθεροποιητική δύναμη, ως έναν μηχανισμό μετάλλαξης, τόσο μεταφορικά όσο και οπτικά. Τα σενάρια, «οι ιστορίες ενός υδάτινου κόσμου» με τις οποίες ο θεατής έρχεται αντιμέτωπος – είτε προέρχονται από ντοκιμαντέρ με θέμα τη φύση, είτε εξυφαίνονται στο οικείο περιβάλλον της ίδιας της καλλιτέχνιδας – προκαλούν μια αίσθηση ανησυχίας, ένα άβολο συναίσθημα αποξένωσης, και συνδέονται μεταξύ τους μέσω μιας αλληλουχίας στην οποία το ανοίκειο και η λανθάνουσα απειλητικότητα κατέχουν προνομιακή θέση. Το έργο με τίτλο And Some Have Quite a Reputation είναι μια διπλή προβολή που, εκ πρώτης όψεως, δείχνει ν’ αντιπαραβάλλει δύο φαινομενικά ασύνδετες εικόνες, αποκαλύπτοντας σ’ ένα δεύτερο επίπεδο ανάγνωσης τον άρρηκτο δεσμό που τις συνέχει. Στη μία οθόνη βλέπουμε το κεφάλι μιας σμέρνας σε κοντινό πλάνο, το σπηλαιώδες στόμα της που ανοιγοκλείνει απειλητικά σε μια ατέρμονη επανάληψη. Στην άλλη, παρακολουθούμε δύο χέρια (τα χέρια της ίδιας της καλλιτέχνιδας) ενώ γράφουν. Ωστόσο, η πράξη της γραφής, όπως παρουσιάζεται εδώ, εν μέρει μόνο ανταποκρίνεται στη συνηθισμένη εικόνα της: το αριστερό χέρι γράφει τον τίτλο του έργου ξανά και ξανά, πράγμα που κάνει και το δεξί, μόνο που σ’ αυτή την περίπτωση ο τίτλος σχηματίζεται αντεστραμμένος και προς την αντίθετη φορά, δημιουργώντας ένα παράξενο είδωλο. Η διαδικασία είναι δύσκολη, απαιτητική – ένα είδος τιμωρίας ή εμμονής, ένα είδος ψυχαναγκασμού. Τη λογική που βρίσκεται στον πυρήνα αυτού του έργου θα συναντήσουμε και στην διπλή προβολή με τίτλο This Might Look Suicidal όπου η εικόνα μικρών ψαριών που κολυμπούν αμέριμνα μπαινοβγαίνοντας στο μισάνοιχτο στόμα ενός μεγάλου ροφού αντιπαραβάλλεται στην ίδια πράξη της γραφής (μία πράξη που ενέχει το στοιχείο της περφόρμανς) που παρουσιάζεται και στο προηγούμενο έργο. Και εδώ, η διαδικασία της γραφής αναπαράγει τον τίτλο του έργου. Οι εικόνες των πλασμάτων του βυθού στα έργα είναι προϊόντα οικειοποίησης. Πρόκειται για αποσπάσματα από ντοκιμαντέρ με θέμα τη φύση που έχουν υποβληθεί σε ψηφιακή επεξεργασία. Στόχος της επεξεργασίας αυτής είναι η δημιουργία της αίσθησης, αφ’ ενός, μιας υφέρπουσας απειλής και, αφ’ ετέρου, μιας ανεπίλυτης έντασης – στοιχεία διάχυτα και στα δύο έργα. Η δυσοίωνη παρουσία των ψαριών-κυνηγών μπορεί να ερμηνευτεί ως μια αλληγορία εσωτερικών καταστάσεων και ο βυθός του ωκεανού, ένα περιβάλλον εχθρικό και, τελικά, απροσπέλαστο (για μας), όχι μόνο δεν προσφέρει καταφύγιο, αλλά μάλλον ενισχύει το αίσθημα της αποξένωσης και της υπαρξιακής αγωνίας, το αίσθημα του διαχωρισμού. Ιδωμένα έτσι, μέσα στην υδάτινη άβυσσό τους, τα πλάσματα του βυθού αποτελούν έναν οπτικό υπαινιγμό στην δική μας εσωτερική άβυσσο και στα χάσματα της ύπαρξής μας. Επιπλέον, τα έργα αυτά είναι ένα διακριτικό, εύστοχο σχόλιο πάνω στη διαφορά μεταξύ φύσης και πολιτισμού – πόσω μάλλον στην ένταση μεταξύ των δύο – και πάνω στη θέση του ανθρώπου που βρίσκεται παγιδευμένος ανάμεσά τους.
Αντίθετα, το έργο Luna αποτελεί αναφορά σ’ ένα περιβάλλον κατασκευασμένο από τον άνθρωπο. Το βίντεο μας οδηγεί σ’ ένα πολύχρωμο, καλειδοσκοπικό ταξίδι που εξελίσσεται με φρενήρεις ρυθμούς, που προκαλεί την ψυχική ανάταση και την απόλαυση όσο και τον αποπροσανατολισμό. Αρχικά, ο θεατής πασχίζει να ξεχωρίσει τις εικόνες που εναλλάσσονται στην οθόνη με καταιγιστικό ρυθμό, μέχρι που σταδιακά συνειδητοποιεί ότι αυτό που βλέπει είναι στην πραγματικότητα εικόνες από ένα Λούνα Παρκ. Στη δημιουργία του συγκεκριμένου έργου η Αποστολίδου χρησιμοποίησε το νερό, τον αντικατοπτρισμό και την αντανάκλαση ως μηχανισμούς μέσω των οποίων τροποποίησε οικείες εικόνες της αρχετυπικής έννοιας της ευθυμίας, μεταλλάσσοντάς τις σε εικόνες της αλλοτρίωσης ή της απειλής, μέσα στις οποίες υπονοείται η παρουσία ενός τρομακτικού υπό-κειμένου. Το έργο αποτελεί μια μεταφορική προσέγγιση των πιο εύθραυστων πτυχών της ψυχολογικής ισορροπίας μας. Καθ’ όλη τη διάρκειά του, ο θεατής νιώθει να βρίσκεται στην κόψη του ξυραφιού, αντιμέτωπος με την άμεση πιθανότητα μιας έκρηξης, προϊόν της τόσης συσσωρευμένης νευρικής έντασης που αναδίνεται από το ίδιο το έργο. Το Luna χρησιμοποιεί τα de facto εξωστρεφή χαρακτηριστικά αυτού του στερεοτυπικού περιβάλλοντος με στόχο να δημιουργήσει την αντεστραμμένη του όψη, έναν ερμητικό, εσωτερικό κόσμο που μιλά υπαινικτικά όχι μόνο για τις φρενητιώδεις πλευρές του αστικού βιώματος, αλλά και για το αίσθημα της αγωνίας, της ανησυχίας και του εγκλωβισμού που γεννιέται ως αποτέλεσμα τους.
Μολονότι το έργο της Αποστολίδου τοποθετεί τη δράση του σε εχθρικά, άγνωστα ή ανοίκεια περιβάλλοντα, παραπέμπει τελικά σ’ εμάς τους ίδιους: στον άνθρωπο και τον εύθραυστο κόσμο της ανθρώπινης ψυχής. Ως εκ τούτου, τα έργα της έχουν υπαρξιακό χαρακτήρα και αφορούν μια πραγματικότητα που βρίσκεται έξω και πέρα από εκείνη που παρουσιάζεται στην οθόνη της προβολής: μια πραγματικότητα διαποτισμένη από το στοιχείο του άγχους και της αγωνίας, υπό το βάρος του οποίου οι ευαίσθητες ψυχολογικές ισορροπίες μας τείνουν να ανατραπούν από στιγμή σε στιγμή. Και παρά το γεγονός ότι το πρωτογενές υλικό τους προέρχεται από τον πραγματικό κόσμο, η εικόνα αυτού του κόσμου αναδύεται τελικά στρεβλή και παραμορφωμένη καθώς η καταγραφή της γίνεται από αναπάντεχες οπτικές γωνίες ή διαμέσου του στοιχείου του νερού. Το νερό αποκτά έτσι πολλαπλή σημασία, τόσο ως σημείο αναφοράς όσο και ως παραμορφωτικό στοιχείο· ως χώρος που βρίσκεται πέρα από αυτό που μας είναι γνωστό, ένας ανοίκειος βιότοπος, αλλά και ως «φίλτρο» μέσα από το οποίο αντιλαμβανόμαστε και ερμηνεύουμε την πραγματικότητα. Η Αποστολίδου χρησιμοποιεί τελικά το υδάτινο περιβάλλον σαν έναν τόπο πάνω στον οποίο θα προβληθούν οι φόβοι και οι ανασφάλειές μας, μία terra incognita που λειτουργεί ως σκηνικό της ψυχολογικής διαταραχής. Υπάρχει κάτι σαφώς ψυχαναγκαστικό στην προσπάθεια να σχηματίσει κανείς το είδωλο μιας φράσης μέσω της γραφής, κάτι σαφώς τρομακτικό στη θέαση του χασματικού στόματος ενός ψαριού κυνηγού. Το έργο της Αποστολίδου δημιουργεί την εικόνα ενός ακατανόητου ρευστού κόσμου, ξένου, παράδοξου και αινιγματικού αλλά συνάμα θαυμαστού, απαράλλαχτα ερμητικού και μυστηριακού σε κάθε έκφανσή του αλλά πάντοτε ανοιχτού σε πλείστες όσες ερμηνείες.
Κατερίνα Γρέγου
Μετάφραση από τα αγγλικά: Μαρία Σκαμάγκα